Μάτι και Τέμπη: Δύο Τραγωδίες, Δύο Αντιδράσεις – Όταν η Απόδοση Δικαιοσύνης Γίνεται Πολιτικό Παιχνίδι

Στην πρόσφατη ιστορία της Ελλάδας, δύο τραγωδίες σημάδεψαν ανεξίτηλα τη συλλογική συνείδηση του λαού: η φονική πυρκαγιά στο Μάτι στις 23 Ιουλίου 2018 και το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα στα Τέμπη στις 28 Φεβρουαρίου 2023.

Παρότι και στις δύο περιπτώσεις ο απολογισμός ήταν βαρύς, η αντιμετώπιση από την Πολιτεία, την κοινωνία και τους πολιτικούς φορείς αποκάλυψε βαθιές διαφορές – όχι μόνο σε επίπεδο ευθυνών, αλλά και στον τρόπο που οι ανθρώπινες απώλειες αξιοποιήθηκαν ή, αντίθετα, τιμήθηκαν. Το άρθρο αυτό επιχειρεί να φωτίσει τη διαφορά ανάμεσα στην αξιοπρέπεια και τη χειραγώγηση, ανάμεσα στη σιωπή του πένθους και στη φωνή της πολιτικής εκμετάλλευσης.

Η Τραγωδία στο Μάτι: Όταν η Κρατική Απουσία Γίνεται Φόνος Δια Παραλείψεως

Στις 23 Ιουλίου 2018, η φονική πυρκαγιά στο Μάτι σάρωσε τα πάντα σε ελάχιστα λεπτά. Η επίσημη καταγραφή των νεκρών ξεπέρασε τους 104, ενώ δεκάδες άλλοι τραυματίστηκαν ή έμειναν ανάπηροι. Ήταν μια ασύλληπτη τραγωδία, αποτέλεσμα εγκληματικής αδιαφορίας, ασυνεννοησίας και απόλυτης έλλειψης κρατικής ετοιμότητας. Οι αρχές απέτυχαν να οργανώσουν εγκαίρως εκκένωση, να συντονίσουν δυνάμεις πυρόσβεσης και να προστατεύσουν τους πολίτες. Αντί να αναληφθούν ευθύνες, ακολούθησαν δηλώσεις άρνησης, συγκάλυψης και απόδοσης ευθυνών στους ίδιους τους κατοίκους.

Η εικόνα ενός κράτους ανίκανου να προστατεύσει τους πολίτες του συνοδεύτηκε από πολιτική άρνηση ανάληψης ευθυνών. Οι συγγενείς των θυμάτων, ωστόσο, επέλεξαν τον δρόμο της αξιοπρέπειας. Παρά την οργή, εμπιστεύτηκαν την πορεία της Δικαιοσύνης. Κατέθεσαν με υπομονή, στάθηκαν όρθιοι απέναντι σε ένα νομικό σύστημα που καθυστερούσε, αλλά δεν εκτροχιάστηκε. Ο πόνος τους δεν μετατράπηκε ποτέ σε εργαλείο κομματικής επίθεσης, ούτε επιδίωξαν προβολή.

Η Τραγωδία στα Τέμπη: Το Ανθρώπινο Λάθος που Αποκάλυψε Χρόνιες Παθογένειες

Στις 28 Φεβρουαρίου 2023, η Ελλάδα πάγωσε μπροστά στη σύγκρουση δύο τρένων στα Τέμπη. Ο θάνατος 57 ανθρώπων, κυρίως νέων, συγκλόνισε το πανελλήνιο. Το αίτιο: ένας σταθμάρχης τοποθετημένος χωρίς επαρκή κατάρτιση σε θέση κρίσιμης ευθύνης, ένα σιδηροδρομικό δίκτυο με ανύπαρκτα ή ανενεργά συστήματα ασφαλείας, και μια σειρά από πολιτικές αποφάσεις δεκαετιών που συσσώρευαν κινδύνους.

Η οργή της κοινωνίας ήταν απόλυτα δικαιολογημένη. Ωστόσο, εκεί που θα έπρεπε να επικρατήσει η αναζήτηση της αλήθειας και της απόδοσης δικαιοσύνης, παρεισέφρησαν κομματικές σκοπιμότητες. Από τις πρώτες μέρες, οργανώθηκαν παρεμβάσεις στη Δικαιοσύνη, κινητοποιήσεις με πολιτικό υπόβαθρο, απόπειρες σύνδεσης της τραγωδίας με κυβερνητική σκοπιμότητα και συστηματική απόπειρα ταύτισης της διαχείρισης των Τεμπών με εκείνη του Ματιού – παρά τις ουσιαστικές διαφορές.

Η Δικαιοσύνη πιέζεται να λειτουργήσει με ταχύτητα – αλλά και με προκαθορισμένα πορίσματα. Συγγενείς των θυμάτων μετατρέπονται, ενίοτε άθελά τους, σε «όπλα» πολιτικής αντιπαράθεσης. Η κοινωνική οδύνη κινδυνεύει να εργαλειοποιηθεί, και η τραγωδία να μετατραπεί σε αφήγημα πολιτικής σκοπιμότητας.

Δύο Τραγωδίες – Δύο Διαδρομές Αντιμετώπισης

Οι θάνατοι και στις δύο περιπτώσεις είναι εξίσου τραγικοί. Όμως η συλλογική στάση απέναντι στις δύο τραγωδίες αποκαλύπτει κάτι βαθύτερο: τη διαφορά ανάμεσα σε μια σιωπηλή διεκδίκηση Δικαιοσύνης και μια εκκωφαντική πολιτική εκμετάλλευση. Στην περίπτωση του Ματιού, η κοινωνία και οι συγγενείς στάθηκαν απέναντι στον θάνατο με σοβαρότητα, περιμένοντας την τελική κρίση των δικαστηρίων, όσο αργή κι αν είναι. Στην περίπτωση των Τεμπών, ορισμένοι δείχνουν πρόθυμοι να μην περιμένουν καθόλου: να αποδώσουν πολιτικές ευθύνες χωρίς αποδείξεις, να επιδιώξουν επικοινωνιακές νίκες μέσα από τη θλίψη.

Αντί να αφήσουμε τις αποφάσεις στους θεσμούς της Δημοκρατίας –στη Δικαιοσύνη, στα πορίσματα, στις επίσημες διαδικασίες– καλλιεργείται η εντύπωση ότι η οργή και η πίεση είναι ο μόνος δρόμος για δικαίωση.

Επίλογος: Το Μέτρο της Μνήμης και της Αξιοπρέπειας

Η Ελλάδα έχει πληρώσει βαρύ τίμημα για την αδιαφορία και την ανικανότητα των διοικήσεων της. Η κοινωνία οφείλει να αναγνωρίζει και να απαιτεί την απόδοση ευθυνών – αλλά οφείλει επίσης να προφυλάσσει τον πόνο των θυμάτων από την πολιτική χειραγώγηση.

Η τραγωδία στο Μάτι μας δίδαξε ότι η σιωπηλή επιμονή για Δικαιοσύνη έχει δύναμη. Η τραγωδία στα Τέμπη κινδυνεύει να μας διδάξει το αντίθετο: ότι ακόμη και ο θάνατος μπορεί να εργαλειοποιηθεί όταν η πολιτική μικροψυχία υπερνικά τον σεβασμό στη μνήμη.

Οι νεκροί ζητούν αλήθεια – όχι εκμετάλλευση. Ζητούν Δικαιοσύνη – όχι εργαλειοποίηση. Και αυτή η διαφορά δεν είναι απλώς νομική. Είναι ηθική.

Ο πόνος δεν έχει χρώμα και οι ανθρώπινες απώλειες δεν πρέπει να γίνονται εργαλεία στα χέρια κομματικών στρατηγών. Η σύγκριση των δύο τραγωδιών φωτίζει την ανάγκη για σεβασμό στη μνήμη των νεκρών, στην αλήθεια και στη λειτουργία της Δικαιοσύνης.

Η αξιοπρέπεια των συγγενών των θυμάτων του Ματιού είναι ένα παράδειγμα κοινωνικής ωριμότητας και βαθιάς πίστης στο κράτος δικαίου.

Το να επιχειρεί κανείς να υπονομεύσει αυτή την προσέγγιση, προτάσσοντας το θυμικό και εργαλειοποιώντας την οργή, δεν υπηρετεί ούτε τη Δικαιοσύνη ούτε την αλήθεια – και σίγουρα δεν τιμά τη μνήμη των αδικοχαμένων.

Γιατί όσο διαφορετικές κι αν είναι οι αιτίες, ο κοινός παρανομαστής παραμένει: ο σεβασμός στη ζωή και στη μνήμη, όχι η εκμετάλλευσή της.


Discover more from Το Μάτι μας

Subscribe to get the latest posts sent to your email.

Related Posts

Discover more from Το Μάτι μας

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading